Ένα αποφασιστικό βήμα προς την ψηφιακή εξέλιξη της χώρας ή μια δυνητικά επικίνδυνη κίνηση για την ιδιωτικότητα των πολιτών;
Η εφαρμογή του Προσωπικού Αριθμού, πέντε χρόνια μετά την εισαγωγή του με τον Νόμο 4727/2020, σηματοδοτεί μια νέα ψηφιακή πραγματικότητα για τους πολίτες στις συναλλαγές τους με το Δημόσιο. Πρόκειται για ένα εργαλείο που έρχεται να αντιμετωπίσει χρόνιες παθογένειες, όπως η γραφειοκρατία, και να διευκολύνει σημαντικά την καθημερινότητα των πολιτών.
Ωστόσο, παρά τα αδιαμφισβήτητα οφέλη του, δεν γίνεται να αγνοηθούν οι ανησυχίες που σχετίζονται με την προστασία των προσωπικών δεδομένων και την ασφάλεια του συστήματος. Από την πρώτη κιόλας ημέρα λειτουργίας του, εντοπίστηκαν αδυναμίες – όπως η απουσία πρόβλεψης για τις ταυτότητες των ένστολων.
Όπως έχει επισημανθεί, το άρθρο 11 του Νόμου 4727/2020 – που ορίζει το πλαίσιο χρήσης του Προσωπικού Αριθμού – έγινε γνωστό στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα μόλις δημοσιεύτηκε για διαβούλευση.
Παρόλο που η Αρχή αξιολόγησε θετικά το επίπεδο προστασίας που προσφέρει το νέο σύστημα, υπογράμμισε ότι ο νόμος κατατέθηκε και ψηφίστηκε χωρίς προηγούμενη γνωμοδότησή της, ενώ υπήρχαν ακόμα ερωτήματα που εκκρεμούσαν.
Ανάμεσα στα ζητήματα που τέθηκαν, περιλαμβάνονται και οι ασφαλιστικές δικλείδες που πρέπει να διασφαλιστούν για την εύρυθμη λειτουργία του ΠΑ ως εργαλείου ταυτοποίησης. Η Αρχή σημειώνει ότι θα έπρεπε να είχε εξεταστεί μια διαφορετική αρχιτεκτονική, ενδεχομένως χωρίς την ανάγκη συγκέντρωσης όλων των επιμέρους τομεακών αναγνωριστικών σε ένα κεντρικό μητρώο.